Ο Τραμπ ονειρεύεται μια νέα αμερικανική αυτοκρατορία



30/01/2025 - 07:10

Γράφει ο ο Γκρεγκ Γκράντιν

Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε δύο φορές τον Λευκό Οίκο με την υπόσχεσή να κλείσει τα σύνορα. Τώρα με ποιητική διάθεση μιλά για το άνοιγμα νέων συνόρων – καθώς αυτό, όπως είπε στη δεύτερη εναρκτήρια ομιλία του, «είναι γραμμένο στις καρδιές μας». Σε προηγούμενες δηλώσεις του εξάλλου είχε μιλήσει για την αγορά της Γροιλανδίας από τη Δανία, την προσάρτηση του Καναδά, την εκ νέου κατάληψη της Διώρυγας του Παναμά και τη μετονομασία του Κόλπου του Μεξικού σε Κόλπο της Αμερικής. «Τι όμορφο όνομα», είπε, προφέροντας τη φράση με ξεχωριστή έμφαση στην τελευταία της συλλαβή: A-mer-i-CA, όχι A-MER-i-ca.

Αυτή η επεκτατική στροφή προκαλεί έκπληξη για έναν πολιτικό που έγινε περισσότερο γνωστός για το ότι ο ίδιος επιθυμεί το έθνος να λουφάξει πίσω από ένα τείχος στα σύνορα. Αλλά ο Τραμπ είναι έξυπνος. Γνωρίζει, όπως φαίνεται, ότι ο θυμωμένος, εσωστρεφής εθνικισμός που του κέρδισε για πρώτη φορά το αξίωμα μπορεί να είναι αυτοκαταστροφικός, όπως ήταν κατά την πρώτη ταραχώδη θητεία του. Αυτές οι εκκλήσεις λοιπόν -να γίνει η Αμερική όχι μόνο μεγάλη αλλά και μεγαλύτερη σε μέγεθος- αξιοποιούν μια πιο αναζωογονητική πτυχή του πατριωτισμού: ένα όραμα των ΗΠΑ που συνεχώς αναπτύσσονται, για πάντα κινούνται προς τα έξω.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Τραμπ έχουν ηλεκτρίσει τη βάση του, με τους λάτρεις του MAGA (Make America Great Again) να χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δημοσιεύσουν σχέδια μάχης για την κατάληψη του Καναδά και χάρτες των ΗΠΑ που εκτείνονται από την Αρκτική έως τον Παναμά. Αλλά ο Τραμπ κοιτά πίσω και στους ιδρυτές του έθνους, πολλοί από τους οποίους πίστευαν ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να επεκταθούν για να ευδοκιμήσουν. «Διεύρυνε τη σφαίρα», έγραψε ο Τζέιμς Μάντισον το 1787. Αυξήστε την «έκταση της επικράτειας» για να αντιμετωπίσετε τον πολιτικό εξτρεμισμό και να αποτρέψετε τον ταξικό πόλεμο. «Όσο μεγαλύτερη είναι η ένωση μας», είπε ο Τόμας Τζέφερσον το 1805, μιλώντας για την αγορά της Λουιζιάνα, «τόσο λιγότερο θα κλονίζεται από τα τοπικά πάθη».

Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ΗΠΑ κινήθηκαν σε όλη την ήπειρο με ιλιγγιώδη ταχύτητα, επικαλούμενες το δόγμα της κατάκτησης, αποκτώντας γη από τους Ινδιάνους και τους Μεξικανούς, φτάνοντας μέχρι τον Ειρηνικό και μετά στη Χαβάη, το Πουέρτο Ρίκο και άλλα νησιά.

Και αργότερα, τον 20ο αιώνα, ακόμη και όταν οι ΗΠΑ μαζί με μεγάλο μέρος του κόσμου, αποκήρυξαν το δόγμα της κατάκτησης, οι ηγέτες μας εξακολουθούσαν να καλλιεργούν μια αίσθηση δυνητικά απεριόριστης επέκτασης στο άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών για τις αμερικανικές εξαγωγές, αλλά και σε πολέμους για να απαλλάξουν τον κόσμο από τα δεινά, σε μια αλματώδη ανάπτυξη και σε μια διευρυνόμενη μεσαία τάξη, στην επιστήμη και την τεχνολογία, που πρόσφερε αυτό που κάποτε ο ιστορικός Φρέντερικ Τζάκσον Τέρνερ είπε ότι ήταν η υπόσχεση της αμερικανικής Δύσης: «αιώνια αναγέννηση».

Ο Τραμπ εκμεταλλεύτηκε αυτή την κοινωνική και πνευματική κληρονομιά, υποσχόμενος ότι θα κυνηγήσει «το πρόδηλο πεπρωμένο μας στα αστέρια» – ακόμη και «στον Άρη». Αλλά το κάνει αυτό με το ιδιαίτερο προσωπικό του στυλ που έχει τελειοποιήσει, κάτι που κάνει άλλες συμβατικές ιδέες να ακούγονται ξένες.

Οι επικριτές του μπορεί να χλευάζουν την ιδέα της προσάρτησης της Γροιλανδίας. Αλλά όπως αποδεικνύεται, μια τέτοια προσάρτηση ήταν από καιρό στόχος των πολιτικών των ΗΠΑ, τουλάχιστον από το 1867, όταν ο υπουργός Εξωτερικών Γουίλιαμ Σέγουαρντ, λίγο μετά την αγορά της Αλάσκας, εξέτασε το ενδεχόμενο να αγοράσει το νησί -και την Ισλανδία- από τη Δανία. Ο Φράνκλιν Ντ. Ρούσβελτ είχε το βλέμμα του στο νησί και μετά το θάνατό του η κυβέρνηση Τρούμαν, το 1946, πρόσφερε στην Κοπεγχάγη 100 εκατ. δολ. για τη Γροιλανδία. Οι Δανοί αρνήθηκαν. Αργότερα, ο αντιπρόεδρος του Τζέραλντ Φορντ, Νέλσον Ροκφέλερ, πρότεινε την απόκτηση της Γροιλανδίας για τον ορυκτό της πλούτο. Το 1975, ο Σ.Λ. Σουλτσμπέργκερ, επικαλούμενος το εθνικό συμφέρον, έγραψε στους New York Times ότι «η Γροιλανδία πρέπει να θεωρείται ότι καλύπτεται» από το Δόγμα Μονρό, θεωρώντας ότι το νησί βρίσκεται πλήρως εντός της περιμέτρου ασφαλείας των ΗΠΑ. 

Όσον αφορά την ιδέα του Τραμπ να μπουν περισσότερα αστέρια στη σημαία μας, ο Γουίλιαμ Κρίστολ, ένα συντηρητικός του κινήματος «Never Trump», φαίνεται να συμφωνεί, έχοντας ο ίδιος προτείνει η Κούβα επίσης να γίνει πολιτεία των ΗΠΑ. Λίγο αφότου ο Τραμπ εγκατέλειψε τον Λευκό Οίκο, το 2021, έγραψε στο Twitter: «60 χρόνια με 50 πολιτείες είναι αρκετά». Για να αφήσουν οι ΗΠΑ πίσω τους τον Τραμπισμό θα έπρεπε να μεγαλώσουν γεωγραφικά – κάτι που θα έβρισκε σύμφωνο και τον Μάντισον.

Και τώρα ιδού ο Τραμπ, θριαμβευτής στην επιστροφή του, αξιώνοντας την επέκταση της χώρας. Ωστόσο, σήμερα λειτουργεί σε έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από τους προηγούμενους επεκτατιστές. Τις δεκαετίες από τότε που ο Μπιλ Κλίντον είπε το 1993 ότι «η παγκόσμια οικονομία είναι το νέο μας σύνορο», αυτή η χώρα έχει δει να περιορίζονται τα όρια ως προς το τι είναι δυνατό. Οι τραυματικές εμπειρίες από πολέμους, η καταστροφή της μεσαίας τάξης, το δυσθεώρητο χρέος των νοικοκυριών, η δυστοπική τεχνολογία, μια σειρά από κλιματικές καταστροφές, η συγκέντρωση πλούτου σε επίπεδα της Επίχρυσης Εποχής των ΗΠΑ, το στάσιμο προσδόκιμο με τους νέους να πεθαίνουν σε ανησυχητικά υψηλά ποσοστά – όλα αυτά συνδυάστηκαν για να προκαλέσουν την παράλυση του πολιτικού συστήματος. 

Το αυτοκρατορικό παιχνίδι του Τραμπ φαίνεται σαν μια προσπάθεια να ξεφύγει από το αδιέξοδο, να πει ότι δεν υπάρχουν όρια, ότι η χώρα έχει μέλλον. Θέλουμε τη Γροιλανδία; Θα πάρουμε τη Γροιλανδία. Θέλουμε τον Καναδά;

Σύμφωνα με το Politico, αρκετοί πλούσιοι υποστηρικτές του Τραμπ, ειδικά στην τεχνολογία, θεωρούν πολύτιμη τη Γροιλανδία, όχι για τα ορυκτά ή τη στρατηγική της θέση, αλλά ως μια πνευματική λύση στα προβλήματα μας, έναν τρόπο αποκατάστασης της αίσθησης του σκοπού σε μια χώρα που παρασύρεται. Αλλά οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα δεν θα λυθούν με τη φυγή σε ένα φανταστικό σύνορο και την ελπίδα ότι το σκληρό κλίμα εκεί – όπως το έθεσε ένας υποστηρικτής του Τραμπ – θα σφυρηλατήσει έναν «καινούργιο λαό».

Και εδώ είναι που η αναζήτηση του Τραμπ για ένα νέο ενωτικό σύνθημα γίνεται επικίνδυνη, καθώς αντιμετωπίζοντας τη διεθνή πολιτική σαν ένα επιτραπέζιο παιχνίδι Risk, δείχνει ότι ο κόσμος διέπεται από νέους κανόνες, που είναι στην πραγματικότητα οι παλιοί κανόνες: Οι ισχυροί θα κάνουν ότι κάνουν και οι αδύναμοι θα υποφέρουν. Παρ” όλες τις ελλείψεις και την υποκρισία της, η παγκόσμια τάξη πραγμάτων που αναδύθηκε στο τέλος του Β” Παγκοσμίου Πολέμου προώθησε την ιδέα ότι η συνεργασία και όχι η επιθετικότητα θα πρέπει να είναι το υποτιθέμενο σημείο εκκίνησης της διπλωματίας.

Οι επιθετικές φαντασιώσεις του Τραμπ για προσάρτηση -οι απειλές του να επεκτείνει το «έδαφός μας», να χρησιμοποιήσει τιμωρητικούς δασμούς ή στρατιωτική δύναμη για να αναδιατάξει τα σύνορα- λένε το αντίθετο. Στις εξάρσεις της εναρκτήριας ομιλίας του, υπήρχαν άφθονες απειλές. «Δεν θα μας νικήσουν», είπε, «δεν θα μας εκφοβίσουν». Στέλνει έτσι ένα σαφές μήνυμα ότι η κυριαρχία, όχι η αμοιβαιότητα, είναι η νέα οργανωτική αρχή του κόσμου και ότι το δόγμα της κατάκτησης, που είχε θεωρηθεί πως έχει λήξει, εξακολουθεί να ισχύει.

Πράγματι, ο κόσμος μαστίζεται από άγριους πολέμους. Οι υπεύθυνοι χάραξης της πολιτικής σήμερα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθοδήγησαν την κυβέρνηση Μπάιντεν, βλέπουν τους πολέμους όχι ως συγκρούσεις που πρέπει να τερματιστούν, αλλά ως ευκαιρίες για τη δημιουργία σφαιρών επιρροής.

Όσον αφορά την Κίνα, ο Τζο Μπάιντεν ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό το παράδειγμα του Τραμπ στο εμπόριο και οι προηγούμενες προσπάθειές τους να περιορίσουν το Πεκίνο έχουν αυξήσει την πιθανότητα μιας σύγκρουσης, ιδιαίτερα για την Ταϊβάν ή τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με την επίθεση του Ισραήλ όχι μόνο στη Γάζα, αλλά και στον Λίβανο και τη Συρία και με τις δικές μας «στρατιωτικές επεμβάσεις στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Συρία και αλλού», έγραψε ο νομικός θεωρητικός Έρικ Πόσνερ, «τα ερείπια του διεθνούς δικαίου είναι παντού γύρω μας».

Ο ιμπεριαλιστικός οίστρος του Τραμπ δεν αποτελεί μια προσπάθεια να αποκτήσει το προβάδισμα, αλλά ουσιαστικά νομιμοποιεί κάτι που ήδη υπάρχει: μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων με έμφυτο χαρακτηριστικό την επιθετικότητα. Ωστόσο, η ασυγκράτητη συμπεριφορά του (η προθυμία του να προκαλεί συμμάχους και να τους αναγκάζει να εμπλέκονται σε παιδιάστικα παιχνίδια κυριαρχίας, όπως κάνει με τον Καναδά, τη Δανία και τον Παναμά) ενισχύει την αστάθεια σε έναν ήδη ασταθή κόσμο. Ένα μάθημα που διδάσκει το παρελθόν, ειδικά το ιμπεριαλιστικό παρελθόν που επικαλείται ο Τραμπ, είναι ότι το είδος της επιθετικής, πολυμετωπικής ισορροπίας δυνάμεων που υπάρχει σήμερα – με τις ΗΠΑ να λαμβάνουν μέτρα κατά της Κίνας και κατά της Ρωσίας και με όλες τις χώρες παντού να αγωνίζονται να αποκτήσουν το πλεονέκτημα – θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες αντιπαραθέσεις, περισσότερη μικροπολιτική και νέους πολέμους.

*Ο Γκρεγκ Γκράντιν είναι καθηγητής ιστορίας στο Yale. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του «The End of the Myth: From the Frontier to the Border Wall in the Mind of America», κέρδισε βραβείο Πούλιτζερ. Σύντομα θα δημοσιευτεί το «America, América: A New History of the New World».

© 2025 Διατίθεται από το «The New York Times Licensing Group»

Adblock test (Why?)

Πηγή: capital


Σχετικά άρθρα

  • Unique Post

Δημοσίευση από , Βρίσκεται στις κατηγορίες Διάφορες ειδήσεις

Σχολιάστε το άρθρο

*


Γκαλερί

Σχεδιασμός από MOD creative studio