Ο Κώστας Πούλος μιλάει για «Τα Ελληνικά», την επανέκδοση παιδικών βιβλίων από διασκευές έργων του Καρκαβίτσα, Βιζυηνού και Παπαδιαμάντη
06/11/2024 - 02:02
Η κλασική λογοτεχνία δεν είναι απλώς ιστορίες του παρελθόντος· είναι ένα παράθυρο στη φαντασία, την ιστορία και τις αξίες που μας συντροφεύουν ακόμα και σήμερα. Για τα παιδιά, η επαφή με κλασικά κείμενα είναι πολύτιμη, καθώς καλλιεργεί τη γλώσσα και τη συναισθηματική τους ωριμότητα, προσφέροντας απλόχερα αλλά σιωπηλά πρότυπα που μεταφέρουν διαχρονικές και σπουδαίες αλήθειες.
Η παιδική σειρά βιβλίων «Τα Ελληνικά», που επανεκδίδεται από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος, περιλαμβάνει διασκευές κλασικών έργων της ελληνικής λογοτεχνίας, σε εικονογραφήσεις σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών, από τον Όμηρο ως τις μέρες μας και αποτελεί την ιδανική ευκαιρία να έρθουν τα παιδιά σε επαφή με διαχρονικά κείμενα της πολιτισμικής μας παράδοσης.
Η επανέκδοση των εκπληκτικών διασκευών δια χειρός Κώστα Πούλου ξεκινά με τα Χριστούγεννα του τεμπέλη του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, τον Τρομάρα του Γεώργιου Βιζυηνού και τη Θάλασσα του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Φυσικά, η σειρά επανέρχεται φρέσκια και ανανεωμένη, με νέο σχήμα και ολοκαίνουργιες εικονογραφήσεις τριών σύγχρονων Ελλήνων εικονογράφων: του Κώστα Μαρκόπουλου, της Θέντας Μιμηλάκη και του Αχιλλέα Ραζή, με τον καθένα να δίνει το δικό του προσωπικό ύφος και τη δική του ιδιαίτερη ματιά στα κλασικά έργα.
Με αυτή την αφορμή μιλήσαμε με τον Κώστα Πούλο που έχει αναλάβει τη διασκευή και απόδοση αυτών των κειμένων.
Πόσο απαιτητικό είναι να αποδώσει κανείς ένα κλασικό βιβλίο, ειδικά με έμφαση σε ηθογραφία της εποχής για παιδιά;
Κάθε απόδοση/διασκευή είναι απαιτητική και έχει τις δικές της δυσκολίες. Οι ηθογράφοι συγγραφείς της λεγόμενης «γενιάς του 1880» έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: γλωσσικά βρίσκονται ταυτόχρονα πολύ κοντά και πολύ μακριά μας, αφού η γλώσσα τους γίνεται κατανοητή πλέον μόνο από τις πολύ μεγάλες ηλικίες. Οι νεότεροι και ειδικότερα οι μαθητές του δημοτικού δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στο πρωτότυπο, πράγμα που κάνει απαραίτητες τις διασκευές των έργων αυτών, αν θέλουμε να αποκτήσουν τα παιδιά μια πρώτη εικόνα γι’ αυτά.
Είναι πρόκληση η κατάλληλη επιλογή των λέξεων σε τέτοιες αποδόσεις;
Γενικότερα η επιλογή των λέξεων είναι μια πρόκληση. Θα πω ένα παράδειγμα: σε τρακάρει κάποιος που παραβιάζει κόκκινο κι εσύ του λες μία λέξη που δεν είναι κατάλληλη. Αυτός τότε επαυξάνει με αποτέλεσμα να κάνεις κι εσύ το ίδιο και ούτω καθεξής ώσπου -πολύ θέλει;- γίνεται το κακό. Μέχρι και τη ζωή τους έχουν χάσει άνθρωποι για μια στραβοκουβέντα σε μια διασταύρωση (κάθε μέρα γράφουν οι εφημερίδες τέτοια). Το ίδιο περίπου τηρουμένων κάποιων αναλογιών συμβαίνει και με τις λέξεις στις αποδόσεις και τις διασκευές. Διαλέγεις μια λάθος λέξη κατά τη γνώμη του κριτικού, σε περιμένει αυτός στη γωνία και ξαναγίνεται το κακό (είπαμε, δεν θέλει και πολύ). Μεγάλη πρόκληση, λοιπόν, η επιλογή κατάλληλων λέξεων.
Ποια η πρώτη σας αντίδραση στην πρόταση να αναλάβετε την απόδοση αυτής της νέα σειράς «Τα Ελληνικά» των Εκδόσεων Παπαδόπουλος;
Αντιστρέφοντας την ερώτηση θα έλεγα ότι η πρώτη αντίδραση των εκδόσεων Παπαδόπουλος, όταν τους έκανα την πρόταση για «Τα Ελληνικά» ήταν αρχικά μετρίως επιφυλακτική, πράγμα πολύ θετικό. Και λέω θετικό διότι κύρια δουλειά των εκδοτών είναι να απορρίπτουν νέες ιδέες (οι παλιές προσφέρουν μια κάποια εγγύηση). Η συγκυρία όμως φαίνεται πως ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για μένα, επειδή εκείνες τις μέρες μόλις είχε αναλάβει τη διαχείριση του εκδοτικού οίκου η νεότερη γενιά (μιλώ για άτομα ακόμα πιο νέα από μένα τότε), την οποία, στην αρχική κυρίως φάση, χαρακτήριζε μια κάποια άγνοια κινδύνου, θα πω. Η άγνοια κινδύνου σε κάνει καμιά φορά τόσο τολμηρό, που συναινείς λ.χ. ακόμα και στην έκδοση διασκευασμένου Παπαδιαμάντη.
Ποιο το μέτρο της επιτυχίας αυτής της νέας σειράς για εσάς;
Ονειρεύομαι την παρακάτω εικόνα: ένα παιδί που διάβασε αυτή τη σειρά βιβλίων πριν από εικοσιπέντε χρόνια, ξαναδιαβάζει στα δικά του παιδιά τα ίδια βιβλία. Μετά βλέπουν μαζί τις παλιές και τις νέες εικονογραφήσεις, τις σχολιάζουν και τους αρέσουν όλες (σε αυτό το σημείο συνήθως ξυπνάω). Σε κάθε περίπτωση, κάθε βιβλίο είναι τυχερό όταν βρίσκει τους αναγνώστες που του αξίζουν και αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε επιτυχία, γιατί τα εμπόδια δεν είναι καθόλου λίγα.
Πιστεύετε πως υπάρχει ακόμα ευκαιρία, όχι να έρθουν τα παιδιά σε επαφή με την πολιτισμική μας παράδοση, γιατί προφανώς το πιστεύετε, αλλά να τα συγκινήσει και να τα κινητοποιήσει;
Μην το λέτε. Προφανές δεν είναι τίποτα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς την παράδοση, νομίζω. Ο καλύτερος είναι να μην παραδοθεί σε αυτήν, αλλά να συνομιλήσει μαζί της. Το παρόν δεν θα πάψει ποτέ να συγκρούεται με το παρελθόν, διότι αυτό το τελευταίο συχνά αρνείται πεισματικά να αφήσει λίγο χώρο να περάσει το καινούριο. Ελπίζουμε πάντα ότι από αυτή τη σύγκρουση θα προκύψει κάτι καλύτερο για αυτό που -με αναιδή βεβαιότητα- υποθέτουμε πως υπάρχει μπροστά μας και του έχουμε δώσει το εύηχο όνομα μέλλον.
Έχετε παρατηρήσει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή αντίδραση από τα παιδιά σε συγκεκριμένα κλασικά έργα;
Τα παιδιά δεν γνωρίζουν τι σημαίνει κλασικό έργο, και καλά κάνουν. Εμείς οι μεγάλοι ονομάζουμε ένα έργο «κλασικό». Και όταν λέμε «εμείς», μην φανταστείτε ότι συμφωνούμε και όλοι για το ποια έργα αξίζουν αυτόν τον βαρύ χαρακτηρισμό. Ίσως οι δάσκαλοι που χρησιμοποίησαν τα βιβλία της σειράς να μπορούσαν να δώσουν μια πιο εμπεριστατωμένη απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Σε ό,τι με αφορά, δεν πρόκειται να ξεχάσω ένα μικρό κορίτσι της τρίτης δημοτικού που όταν τους διάβασα ένα κομμάτι από τον «Βατραχοποντικοπόλεμο» ξέσπασε σε γέλια όταν άκουσε τον τελευταίο στίχο από το παρακάτω απόσπασμα (όπου ο βάτραχος Φουσκομάγουλος παίρνει στην πλάτη του τον ποντικό Ψιχουλάρπαγα για να τον περάσει στην απέναντι όχθη της λίμνης):
Ανέβηκε ο ποντικός στου βάτραχου την πλάτη
κι οι δυο μαζί επλέανε στα κύματα της λίμνης.
Όμως ο Ψιχουλάρπαγας, ο γιος του Ψωμοφάγου,
κολύμπι δεν εγνώριζε σαν στεριανός που ήταν
και μέσα του φοβότανε η ποντικοψυχή του
μήπως καμιά αναποδιά τους τύχαινε στο δρόμο.
Δεν πρόφτασε απ’ το μυαλό τη σκέψη αυτή να διώξει
και να σου εμφανίζεται μεγάλη νεροφίδα τέρας
μεγάλο του νερού, εχθρός και για τους δυο τους.
Του βάτραχου τα γουρλωτά μάτια μόλις την είδαν
απ’ την τρομάρα σαν αβγά γίναν τηγανισμένα.
Η νεροφίδα έδειχνε πάνω τους πως ερχόταν,
βουνό ψηλό σηκώνοντας στο διάβα της το κύμα,
όμως δίπλα τους τελικά επέρασε με φόρα
και κατευθύνθηκε γοργά σε μια δουλειά που είχε.
Το κορίτσι, όταν καμιά φορά σταμάτησε να γελά, με ρωτούσε επίμονα να της πω τι δουλειά μπορεί να είχε μια νεροφίδα και βιαζόταν τόσο πολύ να την διεκπεραιώσει. Θυμάμαι ότι δυσκολεύτηκα πολύ να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα (πραγματικά δεν ήξερα τι να πω!).
Πώς θα μπορούσαν τα κλασικά έργα να γίνουν πιο ελκυστικά για τα παιδιά στη σημερινή εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας;
Μα, το είπατε ήδη: μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, την οποία δεν πρέπει να φοβόμαστε, αλλά να σεβόμαστε και κυρίως να τη χρησιμοποιούμε για το καλό μας (κοινότοπο, αλλά σωστό). Οι δυνατότητες που μας δίνει να λειτουργήσουμε παιδαγωγικά είναι πολλές και ευπρόσδεκτες, αρκεί να μην πέσουμε σε υπερβολές, πράγμα που ισχύει και γενικότερα.
Πως ήταν η συνεργασία σας με τους εικονογράφους; Είχατε κοινό όραμα από την αρχή;
Γενικά οι εικονογράφοι είναι καλά παιδιά (με μερικούς μάλιστα έχουμε γίνει καλοί φίλοι), κοινό όραμα όμως δεν είχαμε ποτέ -αυτοί σκέφτονται με εικόνες, εμείς με λέξεις, πού να συναντηθούμε; Στην αρχή με στενοχωρούσε κάπως αυτό, τώρα όμως που το σκέφτομαι, καλύτερα που είναι έτσι, αφού ένα εικονογραφημένο βιβλίο τελικά δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αφηγείται με δύο τρόπους την ίδια ιστορία.
Θυμάστε τις πρώτες σας αναγνωστικές εμπειρίες; Σας καθόρισαν καθόλου ως συγγραφέα στην πορεία της ζωής σας;
Γενικώς αυτά που έχουμε ζήσει μας καθορίζουν στον ένα ή στον άλλο βαθμό ως συνιστώσες που είναι άπειρες σε αριθμό, ένταση και ποιότητα, άρα είναι πολύ δύσκολο να βγάλει κανείς ένα ελεγμένο πηλίκο, ώστε να μπορούμε να πούμε με ασφάλεια τι χρωστάμε και σε ποιον. Ειδικότερα για τις αναγνωστικές εμπειρίες όλα αυτά ισχύουν επί εκατό, αφού οι συγγραφείς μάς χαρίζουν εμπειρίες που δεν είμαστε σε θέση ή δεν μπορούμε ή και δεν θέλουμε να ζήσουμε. Επιπρόσθετα θα έλεγα ότι οι αναγνώσεις είναι και ένα είδος απαραίτητης, καθημερινής άσκησης αντίστοιχη με αυτή που πρέπει να κάνει ένας πιανίστας, αν θέλει να κρατάει σε φόρμα τα δάχτυλά του.
Πηγή: elculture
Σχετικά άρθρα
- «Θεραπεία» του David Lodge: Ζητείται «Θεραπεία» για την ύπαρξη (1.000)
- Έψαχνε για ένα σχέδιο συνταξιοδότησης. Βρήκε τον «λεσβιακό παράδεισο» (1.000)
- Πέθανε η Ιρλανδή συγγραφέας Έντνα Ο’Μπράιαν (1.000)
- Τζένη Μαστοράκη (1949 - 2024) (1.000)
- «Ματαδόρ» (1.000)
Δημοσίευση από AutoPolis, Βρίσκεται στις κατηγορίες Πολιτισμός και Ψυχαγωγία