Οι δασμοί Τραμπ πλήττουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις
21/04/2025 - 13:01

Γράφει ο Eric Van Nostrand
Η κυβέρνηση Τραμπ μιλάει πολύ για την τόνωση των επιχειρηματικών επενδύσεων στις ΗΠΑ, κάτι που αποτελεί έναν αξιοθαύμαστο και σημαντικό στόχο. Τον Μάρτιο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πρόεδρος Τραμπ σημείωσε ότι οι δύο πρώτοι μήνες μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο είχαν δει περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις «για τις οποίες υπάρχει ενδιαφέρον ή και δέσμευση» από τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια συνολικά. Ο Γκλεν Κέσλερ της εφημερίδας Washington Post εξήγησε όμως ότι ο ισχυρισμός αυτός του προέδρου συγκρίνει μήλα (καθώς εστιάζει στα χρήματα που κατευθύνονται για την ανάπτυξη νέων εργοστασίων) με πορτοκάλια (γενικόλογες εταιρικές ανακοινώσεις για μελλοντικές επενδύσεις).
Αυτόν τον μήνα ο Τραμπ δικαιολόγησε την απειλή του για ένα μπαράζ αυξημένων παγκόσμιων δασμών με έναν παρόμοιο ισχυρισμό: ότι η δημιουργία εμπορικών φραγμών θα οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων. Στην ομιλία του την «Ημέρα της Απελευθέρωσης» στον Κήπο των Τριαντάφυλλων του Λευκού Οίκου, ο πρόεδρος είπε: «Πολλές από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο, έχουν δεσμευτεί να χτίσουν, να χτίσουν, να χτίσουν. Θα χτίσουμε, χτίσουμε, χτίσουμε».
Αυτό παραβλέπει τα θεμελιώδη της οικονομίας. Οι δασμοί δυσκολεύουν τις επενδύσεις των επιχειρήσεων. Ακόμα και τώρα, με κάποιους από τους πιο υψηλούς δασμούς να έχουν «παγώσει», παραμένουν σε ισχύ σημαντικοί παγκόσμιοι δασμοί με βάση τα ιστορικά πρότυπα. Τα μπρος-πίσω σχετικά με το μέγεθος και το χρονοδιάγραμμα αυτών των φόρων στο εμπόριο μειώνουν τις επενδύσεις, στερώντας από τις επιχειρήσεις την προβλεψιμότητα και τη σταθερότητα που χρειάζονται στο επιχειρηματικό κλίμα.
Αυτό το φαινόμενο ξεπερνά τις καλά τεκμηριωμένες και σοβαρές απειλές για τις τιμές καταναλωτή και τον πληθωρισμό που δημιουργεί ένας εμπορικός πόλεμος. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις δημιουργούν τη μακροπρόθεσμη αύξηση της παραγωγικότητας που συμβάλλει στο βιοτικό επίπεδο και την ευημερία των ΗΠΑ. Αυτό περιλαμβάνει την κατασκευή εργοστασίων, την παραγωγή ενέργειας και την κατασκευή του εξοπλισμού στη βιομηχανία. Περιλαμβάνει επίσης την έρευνα και ανάπτυξη, ενθαρρύνοντας την καινοτομία στην οικονομία μας που σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στις υπηρεσίες.
Γνωρίζουμε τις συνθήκες υπό τις οποίες οι επιχειρήσεις ενισχύουν τις επενδύσεις τους. Όταν η οικονομική ανάπτυξη ενισχύεται, οι ηγέτες των επιχειρήσεων αποκτούν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση ότι οι επενδύσεις τους θα παράγουν αποδόσεις και ότι μπορούν να επενδύσουν περισσότερα. Όταν οι εταιρικοί ηγέτες έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν πως το επιχειρηματικό κλίμα δεν υπόκειται σε μια δραστική αλλαγή πολιτικής – όπως οι αυξημένοι δασμοί – είναι πιο πιθανό να επενδύσουν. Και όταν οι επιχειρήσεις καταφέρνουν να έχουν φθηνότερη πρόσβαση σε κεφάλαια από τις αγορές και άλλες πηγές μπορούν να επενδύσουν περισσότερα. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εργάζονται για να βελτιώσουν αυτές τις συνθήκες, διασφαλίζοντας την ευρεία οικονομική ανάπτυξη και πρόσβαση σε κεφάλαια.
Οι δασμοί που ο πρόεδρος Τραμπ έχει ήδη επιβάλει και απειλεί να επιβάλει υπονομεύουν αυτές τις συνθήκες. Στον απόηχο των ανακοινώσεων της «Ημέρας της Απελευθέρωσης», οι οικονομολόγοι της JPMorgan εκτιμούσαν ότι οι δασμοί θα προκαλούσαν ύφεση φέτος, προβλέποντας πτώση στη ζήτηση των καταναλωτών και των επενδυτών. Η παύση 90 ημερών του Τραμπ στους μεγαλύτερους δασμούς μπορεί να μετριάσει αυτόν τον κίνδυνο, ενώ η επίμονη αβεβαιότητα μπορεί να τον επιδεινώσει. Την περασμένη εβδομάδα, το Budget Lab του Πανεπιστημίου του Yale ανέφερε ότι περιμένει η τρέχουσα δασμολογική πολιτική να συρρικνώνει την ετήσια οικονομική μας παραγωγή κατά 170 δισ. δολ. σε τρέχουσες τιμές καθώς η ικανότητά μας να παράγουμε αγαθά και υπηρεσίες θα μειώνεται.
Η πρόσφατη κατρακύλα του χρηματιστηρίου, που ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ελέγχοντας το συνταξιοδοτικό του χαρτοφυλάκιο (401k), δείχνει ότι γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τις εταιρείες να αντλούν κεφάλαια. Σε γενικές γραμμές οι εταιρείες χρηματοδοτούν νέες επενδύσεις είτε αντλώντας χρήματα από το χρηματιστήριο, είτε με δάνεια από τις αγορές χρέους. Μια ασταθής και πιεσμένη χρηματιστηριακή αγορά κάνει την πρώτη επιλογή πιο ακριβή. Την ίδια στιγμή, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια – που αντικατοπτρίζουν το κόστος δανεισμού των εταιρειών – μειώθηκαν αρχικά στον απόηχο των ανακοινώσεων του Τραμπ στον Κήπο των Τριαντάφυλλων, κάτι που έκανε τη δεύτερη επιλογή λίγο φθηνότερη. Αλλά την περασμένη εβδομάδα ανέβηκαν απότομα, καθιστώντας και τη δεύτερη επιλογή πιο ακριβή. Ακόμη και μετά την αναστροφή Τραμπ, το χάος στις αγορές που ακολούθησε τους δασμούς οδηγεί σε πιο δύσκολες συνθήκες για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων.
Οι οικονομολόγοι έχουν ήδη μειώσει τις εκτιμήσεις τους για τις ιδιωτικές επενδύσεις. Πριν από τις εκλογές, οι εκτιμητές που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg περίμεναν ότι οι πραγματικές ιδιωτικές επενδύσεις θα αυξηθούν κατά 2,9% το 2025. Μέχρι το Φεβρουάριο αυτή η πρόβλεψη έπεσε στο 2,4% καθώς αυξήθηκε η πιθανότητα να εφαρμοστεί μια προστατευτική εμπορική πολιτική. Μέχρι το τέλος Μαρτίου αυτή η πρόβλεψη ήταν στο 1,8% – πολύ κάτω από τον μέσο όρο μετά την πανδημία.
Ορισμένοι επιχειρηματικοί ηγέτες ήδη αναφέρουν ότι επενδύουν λιγότερα ως απάντηση στην αστάθεια που έχουν δημιουργήσει οι δασμοί, ακόμα και σε κλάδους που η κυβέρνηση προσπαθεί, θεωρητικά, να προστατεύσει. Αυτό αντανακλά την αυξημένη αβεβαιότητα που έχουν επιφέρει οι δασμοί στις αγορές.
Για παράδειγμα ο τομέας της ενέργειας, ο οποίος με τους αυξημένους δασμούς αντιμετωπίζει υψηλότερα και πιο ασταθή κόστη για εξοπλισμό γεώτρησης. Σε έρευνα της Federal Reserve Bank of Dallas, στελέχη της βιομηχανίας του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κατηγόρησαν ρητά την αβεβαιότητα που απορρέει από τους δασμούς για τη διστακτικότητα τους να επενδύσουν. Αυτό θα μπορούσε να απειλήσει τη θέση των ΗΠΑ ως τον μεγαλύτερο παραγωγό πετρελαίου στον κόσμο, κάτι που βρίσκεται σε αντίθεση με τη στρατηγική «ενεργειακής κυριαρχίας» της κυβέρνησης. Σε συνδυασμό με τις απειλές για τις πράσινες φορολογικές πιστώσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν για μπαταρίες οχημάτων και ανανεώσιμες πηγές ενέργειες, κινδυνεύουμε να αποθαρρύνουμε την παραγωγή τόσο της παραδοσιακής, όσο και της καθαρής ενέργειας.
Το κόστος για την κατασκευή υποδομών τεχνητής νοημοσύνης επίσης θα αυξηθεί. Η Microsoft επιβράδυνε την κατασκευή κέντρων δεδομένων σε τρεις πολιτείες των ΗΠΑ. Οι αναλυτές για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών περιμένουν οι εργασίες αναβάθμισης των δικτύων να επιβραδύνουν, δεδομένου του υψηλότερου κόστους του εξοπλισμού.
Οι μικρές επιχειρήσεις πλήττονται ιδιαίτερα: Τον Φεβρουάριο ο διευθύνων σύμβουλος της Brough Brothers Spirits Group, εταιρείας μπέρμπον στο Κεντάκι με μαύρους ιδιοκτήτες, είπε στους The Times ότι σε ένα κλίμα δασμών η εταιρεία του αναγκάστηκε να περιορίσει κάποια από τα σχέδια επέκτασης της, λέγοντας: «Είναι πολύ δύσκολο να πάρεις κάποια επιχειρηματική απόφαση».
Οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη αποτελούν σημαντικό συστατικό των επενδύσεων στην αμερικανική οικονομία που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις υπηρεσίες. Αυτό αφορά και τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, όπως η Eli Lilly και οι ανταγωνιστές της. Αλλά η Eli Lilly εξαρτάται επίσης από ξένες βιομηχανίες: ο διευθύνων σύμβουλός της εταιρείας δήλωσε αυτόν τον μήνα ότι περιμένει να μειώσει τις επενδύσεις σε Ε&Α για να διαχειριστεί τις πιέσεις στα κόστη λόγω των δασμών. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα κακή συγκυρία για να χαθούν οι επενδύσεις σε Ε&Α, επειδή η κυβέρνησης αποφάσισε επίσης να περιορίσει τη χρηματοδότηση σε Ε&Α σε ομοσπονδιακό επίπεδο και στα πανεπιστήμια.
Η κυβέρνηση Τραμπ αναγνωρίζει τη δύναμη των επιχειρήσεων να καινοτομούν, να αυξάνουν την παραγωγικότητα και να βοηθούν στην επίτευξη κοινής ευημερίας. Αλλά η εμμονή στους δασμούς περιορίζει αυτή τη δύναμη των επιχειρήσεων δυσκολεύοντας τις επενδύσεις. Η ανάπτυξη των επιχειρηματικών επενδύσεων ήταν ο αφανής ήρωας της οικονομίας μας τα τελευταία χρόνια. Χρειαζόμαστε περισσότερο από αυτό, όχι λιγότερο.
© 2025 Διατίθεται από το «The New York Times Licensing Group»
Πηγή: capital
Σχετικά άρθρα
- Unique Post
Δημοσίευση από AutoPolis, Βρίσκεται στις κατηγορίες Διάφορες ειδήσεις