Κουμπάροι και φαντάσματα



23/12/2024 - 05:14

Του Χρήστου Χωμενίδη

Κορνίζα ξύλινη με χρυσαφιά κορώνα κολλημένη στην επάνω πλευρά της. Μέσα η φωτογραφία του βασιλιά Κωνσταντίνου του Πρώτου  – ο ίδιος αυτοαποκαλούνταν Δωδέκατος, ήθελε να πιάνει το νήμα από τον μέγα συνονόματό του, τον ιδρυτή του Βυζαντίου. «Δια τους γενναίους συμπολεμιστάς μου δύο ενδόξων πολέμων 1912 και 1913″ γράφει η ιδιόχειρη αφιέρωση. Την έδινε ο Κωνσταντίνος σε εκείνους με τους οποίους είχε συνδεθεί κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων, τη μάχη του Μπιζανίου, του Κιλκίς-Λαχανά ή της Δοϊράνης. Ανάμεσά τους και σε έναν αδελφό της προγιαγιάς μου. Χέρι με χέρι έφτασε και στα δικά μου χέρια. Κι εγώ τη στόλισα στο σαλόνι. 

Θα με υποψιαζόταν κανείς ως βασιλόφρονα; Ως νοσταλγό της δυναστείας; Θα έπρεπε να είναι εντελώς ηλίθιος. Να έχει επιπλέον σοβαρό πρόβλημα όρασης για να μη δει, σε άλλη κορνίζα τον πολυαγαπημένο μου παππού Βασίλη, νεαρό βουλευτή του ΚΚΕ το 1932, με τον «Ριζοσπάστη» στα χέρια. Και τον άλλο παππού μου, τον Χρήστο, που τον κρέμασαν οι ταγματασφαλίτες το 1944 στην Πάτρα. 

«Πώς διανοείσαι να προσβάλλεις τους προγόνους σου, κοτσάροντας δίπλα τους τον Κώτσο, τον γερμανοπαντρεμένο, τον γαμπρό του Κάιζερ;» θα επέμενε μες στη μικρόνοιά του. 

Ακριβώς επειδή νιώθω υπερήφανος για τους δικούς μου, ξέρω ότι θυσιάστηκαν για την κοινωνική πρόοδο, για το δίκιο του λαού, πως αφιερώθηκαν στο σοσιαλιστικό όραμα που τότε συγκινούσε τους πιο ευαίσθητους ανθρώπους, για αυτό και δεν έχω την ελάχιστη ανασφάλεια. Την παραμικρή ανάγκη να συντηρώ μες στην ψυχή μου έναν έωλο διχασμό.

Ασφαλώς θα κοσμούσα σε περίοπτη θέση ένα ανάλογο αυτόγραφο του Ελευθερίου Βενιζέλου κι ας νομοθέτησε το «ιδιώνυμο». Του Γεωργίου Παπανδρέου κι ας του καταλογίζουν ρόλο αμφιλεγόμενο το 1944. Του Γεωργίου Καρτάλη και βέβαια του Ηλία Ηλιού. Είμαι -εννοείται- πολύ υπερήφανος για ένα πλακάκι με τη μορφή του Γρηγόρη Λαμπράκη και το σήμα της Ειρήνης που μού άφησε η μαμά μου.

Ποιους δεν θα ήθελα να βλέπω εμπρός μου; Τους δικτάτορες. Τους δοσίλογους. Όσους έβαψαν τα χέρια τους στο αίμα, με ιδεολογικό ενδεχομένως άλλοθι, βαυκαλιζόμενοι πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Σε όποια παράταξη και αν ανήκαν. 

Τον Κωνσταντίνο τον Δεύτερο και τελευταίο; Μελαγχολία, αμηχανία θα μού προξενούσε το πλατύ, ανεπίγνωστο χαμόγελό του. Μεγάλη έχω απορία πώς κάποιος που ανέβηκε στον θρόνο με τις καλύτερες προϋποθέσεις και τον έχασε από δικούς του ατυχέστατους χειρισμούς συνέχισε επί δεκαετίες να πορεύεται δίχως να μαραζώσει. Εκτός κι αν έκρυβε τόσο καλά τον μέσα του καημό.

«Μας άφησε πάντως τα σπόρια και τα αποσπόρια του, που τώρα ανέκτησαν και την ιθαγένεια…» 

Εφόσον συμμορφώθηκαν με τις προϋποθέσεις που έθεσε ο σχετικός νόμος του 1994, έμπνευσης και διατύπωσης Ευαγγέλου Βενιζέλου. Εφόσον αναγνώρισαν ρητά και ανεπιφύλακτα το πολίτευμά μας και παραιτήθηκαν από κάθε «πριγκιπική» διεκδίκηση. Βεβαίως και δικαιούνταν ό,τι ο κάθε Έλληνας πολίτης. Η Δημοκρατία είναι εξ ορισμού γενναιόδωρη, αμνησίκακη. Οι δε ιστορικές ευθύνες προφανώς δεν μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.

«Και το επίθετο που διάλεξαν; De Grece; Δηλαδή «της Ελλάδας”;» 

Γούστο τους – ποιος και πού θα τους θεωρήσει εν ενεργεία άνακτες; Προσωπικά το βρίσκω στα όρια του γραφικού. Θα υπήρχαν βέβαια και χειρότερα. Να ονομαστούν Αετοί – κατά το «του Αετού ο γιος». Ή Πορφυρογέννητοι. Εγώ θα τους πρότεινα το Κουμπάρος. «Κουμπάρο» έλεγαν τον Κωνσταντίνο τον Α’ οι συμπολεμιστές του στους Βαλκανικούς –τον ένοιωθαν πολύ κοντά τους– κανένας εστεμμένος στη νεότερη Ελλάδα δεν έχει αξιωθεί μιας τέτοιας φιλοφρόνησης. 

«Και οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης;»

Μερίδας της κοινής γνώμης. Εκείνων κυρίως που καθημερινά, με την παραμικρή αφορμή ωρύονται στα σόσιαλ μίντια. Κατά τον ίδιο τρόπο που αποθεώνουν ή αναθεματίζουν σταρ, στάρλετ και συμμετέχοντες σε τηλεπαιχνίδια, φανατίζονται και με τους απογόνους των βασιλιάδων. Οι δημοσιογράφοι το ξέρουν και τους τσιγκλάνε για να πουλάνε.

Υπάρχει ενδεχομένως και μια ψυχολογική εξήγηση. Πως μην αντέχοντας να πολεμήσουν τα σημερινά κακώς κείμενα, στρέφονται στο παρελθόν. Κλωτσάνε θρόνους που έχουν εδώ και μισόν αιώνα πέσει. Αισθάνονται έτσι, ανέξοδα, δημοκράτες, επαναστάτες, δεν ξέρω κι εγώ τι. Σκιαμαχούν δονκιχωτικότατα. 

Παρόμοιοι είναι όσοι διατρανώνουν την αθεΐα τους, τον αντικληρικαλισμό τους. Αν απλώς δεν πιστεύεις στον Θεό, αδιαφορείς και για την Εκκλησία. Ή την κοιτάς από απόσταση και επιχειρείς με ψυχραιμία να ερμηνεύσεις την απήχησή της. Για να μαίνεσαι εναντίον της, μάλλον θα σε έντυναν παπαδάκι και θα σε υποχρέωναν να προσκυνάς τίμια λείψανα και να φιλάς χέρια ιερέων.

«Πρέπει να λησμονήσουμε το παρελθόν μας, ατομικό και συλλογικό;»

Σε καμία περίπτωση. Καλό θα ήταν όμως να απαλλαγούμε από τα φαντάσματα. Κρίμα να μας ορίζουν. Να μας θολώνουν τη σκέψη. Να μας ροκανίζουν τη ζωή.

Καλά Χριστούγεννα!

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

   

Adblock test (Why?)

Πηγή: capital


Σχετικά άρθρα

  • Unique Post

Δημοσίευση από , Βρίσκεται στις κατηγορίες Διάφορες ειδήσεις

Σχολιάστε το άρθρο

*


Τελευταία άρθρα

Γκαλερί

Σχεδιασμός από MOD creative studio