Η διπλωματία Σημίτη: Από τη Μαδρίτη μέχρι το Ελσίνκι



06/01/2025 - 02:07

Συμφωνία της Μαδρίτης 1997 και Συμπεράσματα του Ελσίνκι 1999, δύο κείμενα – σταθμοί στην εξωτερική επί των κυβερνήσεων Κώστα Σημίτη. Κείμενα που σύμφωνα με διπλωμάτες και αναλυτές καθόρισαν αποφασιστικά τις εξελίξεις στα εθνικά θέματα και παραμένουν σημείο αναφοράς.

Η Συμφωνία της Μαδρίτης, όπως επικράτησε να λέγεται το κοινό ανακοινωθέν, υπεγράφη την 8η Ιουλίου 1997 στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, για αρκετούς αναλυτές και διπλωμάτες υπήρξε μία πολιτική δήλωση που αναγνώρισε «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και – σύμφωνα με όσους την απορρίπτουν – αποτέλεσε υποχώρηση για την ελληνική πλευρά.

Για τον Κώστα Σημίτη, όπως είχε αναφέρει στις δηλώσεις του, σύμφωνα με το τηλεγράφημα του ΑΠΕ- ΜΠΕ, με τη συμφωνία της Μαδρίτης «η Τουρκία αναγνωρίζει σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο ότι η βία δεν έχει θέση στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών». «Πρόκειται», όπως είχε αναφέρει «για απόσυρση της απειλής πολέμου, η οποία είχε τεθεί ως προϋπόθεση για να συζητήσουμε. Αυτή η απειλή πολέμου σκίαζε τις σχέσεις μας με την Τουρκία και εμπόδιζε την ανάπτυξη ενός καλού κλίματος» (Πηγή: Η συμφωνία που «γκρίζαρε» το Αιγαίο – Από τα Ίμια στη Μαδρίτη των Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκου Μελέτη, σ.141).

Η Συμφωνία της Μαδρίτης

Το κείμενο της Μαδρίτης αποτέλεσε επί της ουσίας τη διπλωματική κατάληξη της κρίσης των Ιμίων του 1996.

Υπό την επίβλεψη της ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Μαντλίν Ολμπράιτ, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κώστας Σημίτης και ο πρόεδρος της Τουρκίας, Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ «αποδέχονται την αμερικανική πρόταση «με σκοπό τη μείωση της έντασης στο Αιγαίο και την απομάκρυνση του κινδύνου σύρραξης ανάμεσα στις δύο χώρες»» (Πηγή: Η απόρρητη ιστορία του Αιγαίου, του Δημήτρη Μηλάκα, σ. 224).

altalt

Κώστας Σημίτης και Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ

Όπως αναφερόταν στη συμφωνία:

«Και οι δύο χώρες θα αναλάβουν προσπάθεια να προωθήσουν διμερείς σχέσεις, που θα βασίζονται σε:

1.Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας.

2.Σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας.

3.Σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών.

4.Σεβασμό στα νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους.

5.Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση, και

6.Δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα, στη βάση αμοιβαίας συναίνεσης και χωρίς τη χρήση βίας ή την απειλή βίας».

Τα κόμματα απέναντι στο Σημίτη για τη Μαδρίτη

Αξίζει να σημειωθεί ότι τότε τη συμφωνία είχαν χαιρετίσει τόσο η ΝΔ όσο και ο Συνασπισμός (Ριζοσπάστης – 8 Ιούλη 2000).

Σφοδρή κριτική ασκούσε το ΚΚΕ το οποίο σε ανακοίνωση του τόνιζε ότι  «στο κοινό ανακοινωθέν περιέχονται διακηρύξεις περί σεβασμού των Διεθνών Συνθηκών, του Διεθνούς Δικαίου κλπ., ταυτόχρονα όμως υπάρχουν σημεία, τα οποία η τουρκική πλευρά μπορεί να ερμηνεύσει όπως θέλει, π.χ. η διάταξη του κειμένου περί «ζωτικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων της κάθε χώρας στο Αιγαίο»».

altalt

Κώστας Σημίτης και Μπιλ Κλίντον

Ο Κώστας Καραμανλής ως νέος πρόεδρος της ΝΔ είχε χαρακτηρίσει τη συμφωνία ως «θετική σε γενικές γραμμές» (Το ΒΗΜΑ), για να επανέλθει στις 9 Ιουλίου κάνοντας λόγο για «εύλογα ερωτήματα» για ορισμένα σημεία της συμφωνίας.

«Αμήχανη η ΝΔ εκτίμησε ότι το ανακοινωθέν της Μαδρίτης χρήζει διευκρινήσεων, καθώς διατύπωνε την έγερση ερωτημάτων στο θέμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων, το ΚΚΕ έκανε λόγο για αμερικανοποίηση του Αιγαίου, ενώ ο ΣΥΝ ζήτησε άμεση σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών με κυβερνητική πρωτοβουλία. Το ΔΗΚΚΙ μίλησε για ανατροπή του καθεστώτος του Αιγαίου, ενώ η Πολιτική Άνοιξη χαρακτήρισε τη συμφωνία επώδυνη δέσμευση της Ελλάδας και ανώδυνο ευχολόγιο της Τουρκίας.

»Στις 10 Ιουλίου όμως οι τόνοι ανέβηκαν και η αντιπολίτευση βρέθηκε εκτεθειμένη όταν 22 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ εξέφρασαν με ανακοίνωση τους τις έντονες επιφυλάξεις τους, εκτιμώντας ότι «με τη συμφωνία διολισθαίνουμε σταδιακά σε επιλογές οι οποίες συνεπάγονται αναγνώριση των τουρκικών αξιώσεων, νομιμοποίηση του επεκτατικού καθεστώτος της Άγκυρας και εξαγνισμό της πολιτικής της» (Πηγή: Η συμφωνία που «γκρίζαρε» το Αιγαίο – Από τα Ίμια στη Μαδρίτη των Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκου Μελέτη σ. 147).

Η κρίση των Ιμίων και η Συμφωνία της Μαδρίτης εκτιμάται ότι έδεσε την κυβέρνηση Σημίτη, στο αμερικανικό άρμα και υπενθύμισε το ρόλο του αμερικανικού παράγοντα ως μόνιμου επιτηρητή των συμφωνηθέντων.

«Νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα»

Με την κυβέρνηση Σημίτη να αναγνωρίζει – κατά τους επικριτές του – στην Τουρκία «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο», δεσμευόμενη μάλιστα ότι δεν θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες. Κάτι που τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την Τουρκία σήμαινε, όπως έχουν επισημάνει αναλυτές και διπλωμάτες, και δέσμευση για μη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων.

«Η Άγκυρα θεωρεί ότι με την εξέλιξη που είχε η κρίση των Ιμίων (αμοιβαία αποχώρηση των στρατιωτικών δυνάμεων των δύο χωρών από τις νησίδες) αποδεικνύεται η θέση περί νησιών αδιευκρίνιστης κυριαρχίας. Ακόμα οι τουρκικές κυβερνήσεις μετά τη Συμφωνία της Μαδρίτης μεταξύ Σημίτη και Ντεμιρέλ με την οποία αναγνωρίζονται τα τουρκικά ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο θεωρούν ότι η Αθήνα, εμμέσως πλην σαφώς, έχει αποδεχτεί την άποψη της Άγκυρας περί της «ύπαρξης νησιών αμφισβητούμενης κυριαρχίας» (Πηγή: Η απόρρητη ιστορία του Αιγαίου, του Δημήτρη Μηλάκα, σ.231).

Και αν η Συμφωνία της Μαδρίτης έχει επικριθεί εντόνως, έχοντας χαρακτηριστεί από πολλούς ως «υποχώρηση» στις ελληνικές θέσεις, υπάρχουν όπως πάντα και η άλλη άποψη. Δεν είναι λίγοι οι διπλωμάτες που τη θεωρούν ως μία συμφωνία που επανέφερε μία δόση ρεαλισμού στις ελληνικές θέσεις, επιτρέποντας να προχωρήσουν την περίοδο που ακολούθησε σε θετική κατεύθυνση οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενώ κυρίως θετικά είχε αντιμετωπιστεί και από τις εφημερίδες της εποχής.

Για τους υποστηρικτές του δε, ο Σημίτης ανάγνωσε ότι στην πολιτική απαιτούνται εξισορροπήσεις και πως πρέπει κάθε φορά να υπολογίζει τι είναι αυτό που θυσιάζεις αντί αυτού που παίρνεις. Μία ανάγνωση που κάνουν όταν αναφέρονται κυρίως στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι το 1999.

Ο Σημίτης για το Ελσίνκι

Υπενθυμίζοντας ότι στη διπλωματία δεν υπάρχει άσπρο ή μαύρο, αλλά πολλές αποχρώσεις του γκρι, διπλωμάτες υπογραμμίζουν ότι το Ελσίνκι ήταν καθοριστικό για το Κυπριακό. Σύμφωνα μάλιστα με αναλυτές κατέστησε το Κυπριακό πρόβλημα της ΕΕ, που δεν ήταν. Και αυτό χαρακτηρίζεται ως μία επιτυχία καθοριστικής σημασίας της εξωτερικής πολιτικής των κυβερνήσεων Σημίτη, που υποχρέωσαν την Τουρκία να συνομιλεί με την Κύπρο, ως μέλος της ΕΕ.

altalt

Σημίτης στο Ελσίνκι

Ο Κώστας Σημίτης σε άρθρο του στα ΝΕΑ, το 2019, με τίτλο «Ελσίνκι 1999: Μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Τα 15 κράτη-μέλη συμφώνησαν να αναγνωρισθεί η Τουρκία ως υποψήφια χώρα.  Θα έπρεπε σε εύλογο χρονικό διάστημα, να επιλύσει τις τυχόν συνοριακές ή άλλες διαφορές της με τα κράτη μέλη στην βάση των αρχών του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης και της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης – εφόσον δεν επερχόταν συμφωνία σε εκκρεμείς διαφορές. Προς περαιτέρω αποσαφήνιση εξάλλου, στα συμπεράσματα Συνόδου σημειώθηκε ότι «το αργότερο το 2004» οι 15 ηγέτες θα επανεξέταζαν την κατάσταση για να εγκρίνουν την εκκίνηση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Αν δεν είχαν επιλυθεί οι εκκρεμείς διαφορές, θα προωθούσαν την επίλυσή τους μέσω του ∆ιεθνούς ∆ικαστηρίου.

»Σε ό,τι αφορά την Κύπρο πείσαμε τους εταίρους μας, ότι η προϋπόθεση λύσης του Κυπριακού, που πρότειναν ως αφετηριακό σημείο ενταξιακής πορείας της Κύπρου, καθιστούσε τον πρόεδρο της Βόρειας Κύπτου Ρ. Ντενκτάς κυρίαρχο των εξελίξεων. Θα μπορούσε στο εξής να διαπραγματεύεται εκβιαστικά απέναντι στην Ένωση και στην Ελλάδα, αφού θα κρατούσε στα χέρια του το κλειδί της ενταξιακής πορείας της Κύπρου.

»Οι 14 εταίροι μας αποδέχθηκαν τον συλλογισμό μας.  Στα συμπεράσματα της Συνόδου σημειώθηκε ότι «εάν μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προσχώρησης της Κύπρου δεν έχει επιτευχθεί λύση (στο Κυπριακό), η απόφαση του Συμβουλίου όσον αφορά την προσχώρηση θα ληφθεί χωρίς το ανωτέρω να αποτελεί προϋπόθεση». Η Τουρκία εξοργίστηκε με την απόφαση στο Ελσίνκι.  Γι’ αυτό και ο κ. Σολάνα μετέβη αμέσως στην Άγκυρα για να καθησυχάσει την τουρκική ηγεσία – το οποίο και πέτυχε.

»Η Κύπρος εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με άλλες δέκα χώρες την 1ηΜαΐου 2004.  Η υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης έγινε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2003 όταν η Ελλάδα προήδρευε του Συμβουλίου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Οι αδυναμίες στις διατυπώσεις

Ωστόσο και για το Ελσίνκι ο Κώστας Σημίτης δέχθηκε επικρίσεις, σε σχέση με την αναφορά περί συνοριακών διαφορών και συναφών θεμάτων, αντί μίας διαφοράς αυτής της υφαλοκρηπίδας. Κάτι που θεωρήθηκε ότι δίνει τη δυνατότητα στην Τουρκία να προβάλει ενισχυμένα στο τραπέζι σειρά ζητημάτων, που έφταναν μέχρι τις «γκρίζες ζώνες».

«Η Άγκυρα θεωρεί ότι η θέση της περί ύπαρξης νησιών «αμφισβητούμενης κυριαρχίας» έχει ισχυροποιηθεί και εντός του πλαισίου της ΕΕ καθώς τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι (1999) καλούν τις δύο χώρες να αξιοποιήσουν τις διαδικασίες ειρην1ικής επίλυσης διαφορών που προσφέρει το Διεθνές Δίκαιο για την αντιμετώπιση των συνοριακών και άλλων συναφών τους διαφορών» (Πηγή: Η απόρρητη ιστορία του Αιγαίου, του Δημήτρη Μηλάκα, σ.231).

altalt

Σημίτης στο Ελσίνκι

Τα θετικά του Ελσίνκι και η Κύπρος

Ακόμα και έτσι πάντως, το Ελσίνκι αντιμετωπίζεται περισσότερο θετικά, λόγω κυρίως της απόφασης για ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, η οποία εκτιμάται ότι εξισορροπεί τις ενδεχομένως αδύναμες – για κάποιους προβληματικές – αναφορές στα ελληνοτουρκικά.

Διπλωμάτες που συνεργάστηκαν στενά με τον Κώστα Σημίτη, σημειώνουν στο in ότι για να εκτιμήσει κανείς τις αποφάσεις που ελήφθησαν εκείνη την περίοδο θα πρέπει να λάβει υπόψη του την πίεση των γεγονότων και την επικρατούσα ατμόσφαιρα, τον εξωτερικό παράγοντα και τις δυνατότητες της Ελλάδας.

Όπως αναφέρουν διπλωμάτες που παρακολουθούν τις εξελίξεις από τότε μέχρι σήμερα, στο in, έχει χυθεί πολύ μελάνι για το Ελσίνκι, αλλά τα πράγματα δεν είναι μονοσήμαντα. Τόσο το Ελσίνκι όσο και η Μαδρίτη έγιναν σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή και με μία δεδομένη κατάσταση.

Η Μαδρίτη έγινε αμέσως μετά τα Ίμια και ήταν πιο περιορισμένης εμβέλειας, ενώ το Ελσίνκι έγινε σε μία πιο ψύχραιμη και ήρεμη περίοδο και είχε κάποιο βάθος και κάποια προοπτική.

Τρεις πτυχές

Το Ελσίνκι συγκεκριμένα είχε τρεις πτυχές. Την Κύπρο και το Κυπριακό, τα ευρωτουρκικά και τα ελληνοτουρκικά. Αν το δούμε στενά από άποψη αποτελέσματος, οι διπλωμάτες παραδέχονται πως και οι τρεις στόχοι απέτυχαν.

Ωστόσο τονίζουν πως ακόμα και έτσι, το Ελσίνκι είχε την τεράστια επιτυχία να βάλει τα πράγματα σε ένα πλαίσιο ψύχραιμης οπτικής. Δεν είχαμε κρίση, δεν είχαμε επιδείνωση, δεν είχαμε ρήξη στα ελληνοτουρκικά, είχαμε μία περίοδο σχετικής ηρεμίας για πάνω από 20 χρόνια.

Και το μείζον αποτέλεσμα του Ελσίνκι ήταν ότι αποσυνδέθηκε η λύση του Κυπριακού από την ένταξη της Κύπρου. Με την Κυπριακή Δημοκρατία να γίνεται μέλος της ΕΕ και αυτό να είναι το ρεαλιστικό και το κυρίαρχο θετικό αποτέλεσμα.

Ως εκ τούτου για τους διπλωμάτες το Ελσίνκι δεν ήταν ούτε θρίαμβος ούτε παταγώδης αποτυχία.

Ήταν μία ισορροπία που την δεδομένη στιγμή δεν πέτυχε μεν τους μάξιμους στόχους αλλά πέτυχε άλλους και ιδιαίτερα σημαντικούς, που ήταν η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Ήταν δηλαδή μία άσκηση ισορροπίας το Ελσίνκι, που αν και δεν ήταν σε όλα πετυχημένη, από άποψη διατυπώσεων και αν απομονώσει κανείς τις φράσεις, αλλά σε βάθος χρόνου μας έφεραν σε καλύτερη κατάσταση από ότι ήμασταν και κυρίως στο θέμα της Κύπρου.

20 χρόνια μετά τις κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη, τα ελληνοτουρκικά παραμένουν μία δύσκολη εξίσωση και η πολιτική του εξακολουθεί να έχει φανατικούς υποστηρικτές, καθώς και ορκισμένους επικριτές.

Adblock test (Why?)

Πηγή: in.gr


Σχετικά άρθρα


Δημοσίευση από , Βρίσκεται στις κατηγορίες Πολιτική

Σχολιάστε το άρθρο

*


Γκαλερί

Σχεδιασμός από MOD creative studio